Πλημμελής εκτέλεση της εργασίας απ' τον εργαζόμενο και πρόκληση ζημιάς ποιός φέρει την ευθύνη;
Του: Ελευθέριος Κωστομένος
Όπως κάθε οφειλέτης, έτσι και ο εργαζόμενος οφείλει να εκπληρώνει την υποχρέωση του για παροχή εργασίας με επιμέλεια (αρ. 652 παρ. 1 ΑΚ). Ωστόσο, αποτελεί συχνό φαινόμενο ο εργαζόμενος κατά την εκτέλεση της εργασίας του -είτε λόγω κόπωσης απ’ την πολύωρη εργασία είτε λόγω του φόρτου εργασίας και της χρονικής πίεσης υπό τα οποία τελεί είτε λόγω του θορυβώδους περιβάλλοντος εργασίας κ.λπ.- να βιώνει μια στιγμιαία χαλάρωση της προσοχής του εξαιτίας της οποίας να προκαλείται κάποια ζημία στα περιουσιακά στοιχεία του εργοδότη (π.χ. επαγγελματίας οδηγός φορτηγού λόγω κόπωσης δεν προσέχει ένα STOP, μ’ αποτέλεσμα να συγκρουσθεί με κάποιο άλλο όχημα και έτσι να προκληθούν φθορές στο εταιρικό του όχημα). Σ’ αυτές τις εξαιρετικά συχνές στην εργασιακή καθημερινότητα περιπτώσεις, ποιός φέρει την ευθύνη για την ανόρθωση της ζημίας, ο ζημιώσας εργαζόμενος ή ο ζημιωθείς εργοδότης;
Ο κανόνας στο ελληνικό αστικό δίκαιο, όπως αυτός τυποποιείται στο αρ. 330 ΑΚ, ορίζει πως ο οφειλέτης ενέχεται για κάθε αθέτηση της υποχρέωσης του από δόλο ή αμέλεια. Μ’ άλλα λόγια, ο ζημιώσας, ανεξαρτήτως του βαθμού υπαιτιότητας του, οφείλει να αποκαταστήσει τη ζημία που προκάλεσε σ’ όλη της την έκταση.
Ωστόσο, στο πεδίο των σχέσεων εξαρτημένης εργασίας ίσως θα έπρεπε να υπάρξει κάποια απόκλιση απ’ τον κανόνα της πλήρους ευθύνης για κάθε πταίσμα, λαμβανομένης υπ’ όψη της ιδιαίτερης φύσεως των εν λόγω συμβατικών σχέσεων. Και ειδικότερα:
- Στα πλαίσια της εξαρτημένης εργασίας ο εργαζόμενος παραιτείται απ’ την δυνατότητα αυτό-αξιοποίησης της εργασιακής του δύναμης στην αγορά και κατ’ ουσίαν τη θέτει στη διάθεση κάποιου εργοδότη προκειμένου ο τελευταίος να υλοποιήσει τους δικούς του επιχειρηματικούς σκοπούς. Για το λόγο αυτό αναγνωρίζεται στον εργοδότη και το περίφημο «διευθυντικό δικαίωμα», ήτοι η δυνατότητα του να καθορίζει μονομερώς τους όρους παροχής της εργασίας απ’ τους εργαζομένους (δηλ. το χρόνο, τόπο και τρόπο παροχής της, τους συνεργάτες τους και τα υλικά μέσα που θα μετέλθουν). Το γεγονός όμως αυτό έχει ως συνέπεια ο εργαζόμενος -κατά την εκτέλεση της εργασίας του- να εκτίθεται σε κινδύνους πρόκλησης ζημιών συνδεδεμένους με τους καθοριζόμενους απ’ τον εργοδότη όρους παροχής της εργασίας του (πολύωρη εργασία, φόρτος εργασίας, χρονική πίεση, θορυβώδες περιβάλλον κ.α.), τους οποίους αυτούς όρους ο εργαζόμενος δεν μπορεί να επηρεάσει και, κατ’ επέκταση, τους συνδεδεμένους μ’ αυτούς κινδύνους δεν μπορεί να αποφύγει. Αντίθετα, ο εργοδότης είναι εκείνος που στα πλαίσια διεύθυνσης της παραγωγικής διαδικασίας και καθορισμού των όρων εργασίας δημιουργεί αυτούς τους κινδύνους, είναι δε σε θέση να τους αποτρέψει λαμβάνοντας τα κατάλληλα οργανωτικά μέτρα (π.χ. προσλαμβάνοντας περισσότερο προσωπικό ώστε να γίνεται μια καλύτερη κατανομή εργασίας) και, αν αυτό δεν είναι εφικτό (γιατί π.χ. πρόκειται για κινδύνους σύμφυτους με τη συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα, βλ. τους κινδύνους που συνεπάγεται ο δρόμος για τους επαγγελματίες οδηγούς αυτοκινήτων), μπορεί να ασφαλισθεί απέναντι τους.
- Επίσης, ο εργαζόμενος -κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της εργασίας του- είναι δυνατόν από μια στιγμιαία εξασθένιση της πνευματικής του εγρήγορσης λόγω κόπωσης να προκαλέσει μια ζημία στα περιουσιακά στοιχεία του εργοδότη το κόστος αποκατάστασης της οποίας να βρίσκεται σε προφανή δυσαναλογία με τις απολαβές του (π.χ. να προκαλέσει βλάβη στο εταιρικό όχημα αξίας 5.000€ όταν οι μηνιαίες απολαβές του ανέρχονται στα 1.000€). Σ’ αυτή τη περίπτωση, η αναγνώριση της υποχρέωσης του εργαζομένου για αποκατάσταση της ζημίας σ’ όλη της την έκταση θα σήμαινε την υπέρμετρη οικονομική του επιβάρυνση, αν όχι την οικονομική του εξόντωση. Πράγμα όμως που θα προσέκρουε στις θεμελιώδεις συνταγματικές επιταγές της αρχής της αναλογικότητας (αρ. 25 παρ. 1 Σ.), της δυνατότητας συμμετοχής του ατόμου στην οικονομική και κοινωνική ζωή και κατ’ επέκταση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του (αρ. 5 παρ. 1 Σ.), του σεβασμού και της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (αρ. 2 παρ. 1 Σ.) και τέλος του κοινωνικού κράτους (αρ. 25 παρ. 1Σ.).
Επειδή, λοιπόν, στα πλαίσια της σχέσης εξαρτημένης εργασίας ο εργοδότης είναι αυτός που καθορίζει μονομερώς τους όρους εργασίας των εργαζομένων και είναι εκείνος που κυρίως αποκομίζει το οικονομικό όφελος απ’ την ασκούμενη επιχειρηματική δραστηριότητα, θα πρέπει να γίνεται και μια δικαιότερη κατανομή της ευθύνης για αποκατάσταση της ζημίας, της προκληθείσης κατά την εκτέλεση της εργασίας του εργαζομένου:
Έτσι, ο νομοθέτης αφουγκραζόμενος την ανάγκη αυτή τροποποίησε το αρ. 652 ΑΚ με το αρ. 49 του ν. 4611/2019, θεσμοθετώντας πλέον τη δυνατότητα του δικαστηρίου να περιορίζει ή ακόμα και να απαλλάσσει απ’ την ευθύνη για αποζημίωση τον εργαζόμενο που κατά την εκτέλεση της εργασίας του προξένησε κάποια ζημία στα περιουσιακά στοιχεία του εργοδότη από αμέλεια. Για τον περιορισμό ή την απαλλαγή του εργαζομένου απ’ την ευθύνη για αποζημίωση θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
- να υπάρχει σχέση εξαρτημένης εργασίας, ανεξαρτήτως της εγκυρότητας ή μη της σύμβασης εργασίας.
- η ζημία θα πρέπει να έχει προκληθεί κατά την εκτέλεση απ’ τον εργαζόμενο των συμβατικών καθηκόντων του ή έστω κατά την τέλεση εργασιών μη ανηκουσών μεν στα συμβατικά του καθήκοντα αλλά σε συνάφεια μ’ αυτά και, πάντως, που να αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων του εργοδότη και όχι στην υλοποίηση σκοπών του εργαζομένου (π.χ. επαγγελματίας οδηγός αποκλίνει απ’ την πορεία του για να συναντήσει φιλικό του πρόσωπο και κατά τη διάρκεια της παρέκκλισης προκαλείται βλάβη στο εταιρικό όχημα).
- η ζημία θα πρέπει να έχει προκληθεί από αμέλεια του εργαζομένου
- ο Δικαστής για να κάνει έναν δίκαιο επιμερισμό της ευθύνης για τη ζημία και κατ’ επέκταση μια δίκαιη κατανομή της υποχρέωσης για αποκατάσταση της θα πρέπει να λάβει επιπλέον υπ’ όψη και τα εξής:
- την επιρρέπεια που εμφανίζει η συγκεκριμένη εργασία σε ζημίες
- τη θέση που κατέχει ο εργαζόμενος στην επιχείρηση και κατ’ επέκταση απ’ το τί περιθώρια αυτόνομης διαμόρφωσης των συνθηκών εργασίας του έχει
- το ύψος του μισθού του εργαζομένου, και ιδίως το εάν σ’ αυτόν συμπεριλαμβάνεται κάποια παροχή ως αντιστάθμισμα στους αυξημένους κινδύνους πρόκλησης ζημιών στους οποίους εκτίθεται
- το κόστος αποκατάστασης της ζημίας και την (εύλογη ή δυσανάλογη) σχέση του με τον μισθό που λαμβάνει ο εργαζόμενος
- την υπηρεσιακή συμπεριφορά του εργαζομένου στο παρελθόν
- την εμπειρία του εργαζομένου πάνω στο συγκεκριμένο εργασιακό αντικείμενο
- τη παράλειψη ασφάλισης του εργοδότη έναντι τυπικών κινδύνων της συγκεκριμένης επιχειρηματικής δραστηριότητας
- το ενδεχόμενο συντρέχον πταίσμα του εργοδότη
Υλικό έχει αντληθεί απ’ το εξαιρετικό σύγγραμμα «Εφαρμογές Εργατικού Δικαίου Ι - Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις» του Δημήτρη Ζερδελή, εκδόσεις Σάκκουλα Α.Ε., έτος έκδοσης 2022, και ειδικότερα απ’ τα κεφάλαια «1. Η σχέση εξαρτημένης εργασίας και ο μισθωτός» σελ. 6-12 και «18. Ευθύνη του εργαζομένου λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης» σελ. 350-369, στα οποία και παραπέμπω για περισσότερες πληροφορίες, διευκρινίσεις, επεξηγήσεις, παραδείγματα και νομολογιακά δεδομένα.